Το κεφάλαιο που στηρίζει τα βραβεία προέρχεται από σχεδόν όλη τη περιουσία του Alfred Nobel, που δόθηκε μετά το θάνατό του. Κανένα άλλο βραβείο δεν έχει το ίδιο κύρος.
Η ζωή του Alfred Nobel ωστόσο αποτελεί παράδοξο. Ένας έμπορος όπλων στη ζωή, που αποφάσισε μετά το θάνατο του να χρηματοδοτήσει ένα ίδρυμα για την ειρήνη.
Ο πατέρας του Alfred Nobel
Ο Alfred Bernhard Nobel γεννήθηκε στη Στοκχόλμη στις 21 Οκτωβρίου 1833. Ο πατέρας του Immanuel Nobel, ήταν Σουηδός μηχανικός και επιχειρηματίας που έχτιζε γέφυρες και κτίρια και πειραματιζόταν επίσης με διάφορες τεχνικές για την ανατίναξη βράχων. Τη χρονιά που γεννήθηκε ο Alfred, όμως αναγκάστηκε να κηρύξει πτώχευση, λόγω κάποιων ατυχιών στα κατασκευαστικά του έργα που προκλήθηκαν από την απώλεια φορτηγών που μετέφεραν οικοδομικά υλικά.
Το 1837 ο Immanuel Nobel έφυγε από τη Στοκχόλμη και εγκαταστάθηκε στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας στην υπηρεσία των τσάρων, όπου ξεκίνησε ένα μηχανολογικό εργαστήριο που παρείχε όπλα στο ρωσικό στρατό κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κριμαίας τη δεκαετία του 1850.
Ο Immanuel Nobel που ήταν πλέον επιτυχημένος στη νέα του επιχείρηση μπόρεσε να δώσει στους γιους του την καλύτερη εκπαίδευση από ιδιωτικούς δασκάλους. Η εκπαίδευση περιελάμβανε φυσικές επιστήμες, γλώσσες και λογοτεχνία. Μέχρι την ηλικία των 17 ετών, ο Alfred Nobel μιλούσε άπταιστα σουηδικά, ρωσικά, γαλλικά, αγγλικά και γερμανικά.
Τα κύρια ενδιαφέροντα του όμως ήταν στην αγγλική λογοτεχνία και ποίηση καθώς και στη χημεία και τη φυσική. Επειδή ο πατέρας του Alfred, που ήθελε τους γιους του να ενταχθούν στην επιχείρηση του ως μηχανικοί, δεν ενέκρινε το ενδιαφέρον του Alfred στην ποίηση, τον έστειλε στο εξωτερικό για να συνεχίσει την εκπαίδευσή του στη χημεία και στη μηχανική.
Ο Alfred εφευρίσκει το Δυναμίτη
Κατά τη διάρκεια σπουδών στο Παρίσι, ο Nobel συναντήθηκε με τον ιταλό χημικό Ascanio Sobrero, ο οποίος το 1847 είχε εφεύρει τη νιτρογλυκερίνη, ένα εξαιρετικά επικίνδυνο και απρόβλεπτο εκρηκτικό υγρό που δημιουργήθηκε συνδυάζοντας τη γλυκερίνη με νιτρικό οξύ και θειικό οξύ.
Αν και η νιτρογλυκερίνη θεωρούνταν υπερβολικά επικίνδυνη, κίνησε το ενδιαφέρον του Alfred Nobel και μαζί με τον πατέρα του (ο οποίος λίγα χρόνια μετά τον τερματισμό του πόλεμου, που η ζήτηση για όπλα είχε μειωθεί, είχε αναγκαστεί για ακόμη μια φορά να κηρύξει πτώχευση) πραγματοποίησαν πειράματα για να αναπτύξουν μια μέθοδο για ελεγχόμενη έκρηξη νιτρογλυκερίνης, ώστε να τη χρησιμοποιήσουν ως εμπορικά χρήσιμο εκρηκτικό.
Δυστυχώς, οι έρευνές τους συνοδεύτηκαν από τραγικά ατυχήματα
Το 1864, μια έκρηξη σε ένα από τα εργοστάσιά τους στη Σουηδία σκότωσε πολλούς ανθρώπους, μεταξύ των οποίων ο μικρότερος αδερφός του Alfred, ο Emil. Η τραγωδία αυτή δεν αποθάρρυνε τον Alfred αλλά ενίσχυσε την αποφασιστικότητά του να βρει μια ασφαλέστερη εναλλακτική λύση. Η συνέχεια δεν ήταν εύκολη. Τα πρώτα πειράματα περιλάμβαναν τη δημιουργία ενός μείγματος νιτρογλυκερίνης και πυρίτιδας, που είχε ως αποτέλεσμα πολλές θανατηφόρες εκρήξεις.
Τελικά το 1867, ο Nobel ανακάλυψε κάτι που θα τον έκανε διάσημο σε όλο τον κόσμο. Καθαρά από τύχη, παρατήρησε ότι η γη διατομών (γνωστή ως Kieselguhr) έχει την ιδιότητα να απορροφά τη νιτρογλυκερίνη. Από την ανάμιξη τους προέκυπτε ένα αποτελεσματικό εκρηκτικό αλλά πολύ πιο σταθερό από την καθαρή νιτρογλυκερίνη. Ο Nobel ονόμασε την ένωση "δυναμίτη" από την ελληνική λέξη "δύναμη".
Η εφεύρεση του έφερε επανάσταση στις βιομηχανίες εξόρυξης, κατασκευών και κατεδαφίσεων. Ο δυναμίτης, φυσικά, είχε και άλλες χρήσεις. Οι στρατιωτικές αρχές δεν άργησαν να τον χρησιμοποιήσουν στη μάχη, όπως τα κανόνια δυναμίτη που χρησιμοποιήθηκαν κατά τον ισπανικο-αμερικανικό πόλεμο.
Ο Alfred Nobel απέκτησε πλούτο και αναγνώριση. Παρόλο που έχει ευρέως αναγνωριστεί ως ειρηνιστής, δεν είναι γνωστό αν ενέκρινε τη στρατιωτική χρήση του δυναμίτη ή όχι.
Ενώ άλλοι θα είχαν επαναπαυτεί, ο Nobel συνέχισε τα πειράματα. Μέχρι το θάνατό του είχε 355 διπλώματα ευρεσιτεχνίας.
Η μοναχική του ζωή
Αν και έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του στο Παρίσι, ταξίδευε συνεχώς. Ο Victor Hugο, που είχε προσωπική σχέση με τον Alfred, τον περιέγραψε κάποτε ως " τον πλουσιότερο άστεγο της Ευρώπης". Όταν δεν ταξίδευε, εργαζόταν στα διάφορα εργαστήρια του. Ήταν επίσης αφοσιωμένος στη λογοτεχνία και σκεφτόταν ακόμα και να αφήσει τις οικογενειακές επιχειρήσεις για μια καριέρα ως συγγραφέας. Η βιβλιοθήκη του περιλάμβανε πάνω από 1.500 συλλογές, πολλές στις πρωτότυπες γλώσσες. Έγραψε πολλά ποιήματα, τα προσχέδια πολλών μυθιστορημάτων και το σενάριο ενός έργου.
Η εντατική εργασία και τα ταξίδια δεν άφησαν πολύ χρόνο για ιδιωτική ζωή. Ο Alfred Nobel ήταν ένας μοναχικός άνθρωπος. Δεν παντρεύτηκε ποτέ. Ζούσε μια απλή ζωή, απομονωμένη από τους συγγενείς και την κοινωνία. Μια μέρα που αρρώστησε σοβαρά ο μόνος που τον επισκέφθηκε ήταν ένας υπάλληλος του. Λέγεται ότι περιέγραφε τον εαυτό του ως ερημίτη και κάποτε έγραψε: «Είμαι μισάνθρωπος αλλά εντελώς φιλάνθρωπος, έχω περισσότερες από μία βίδες λασκαρισμένες αλλά είμαι σούπερ ιδεαλιστής που χωνεύω τη φιλοσοφία καλύτερα από τα τρόφιμα».
Στην ηλικία των 43 ετών ένιωθε σαν γέρος. Έβαλε αγγελία σε μια εφημερίδα "Πλούσιος, μορφωμένος ηλικιωμένος κύριος αναζητά κυρία ώριμης ηλικίας, που να γνωρίζει γλώσσες, ως γραμματέα και υπεύθυνη του σπιτιού". Μία από τις υποψήφιες ήταν η Bertha Kinsky. Ο Nobel εντυπωσιάστηκε με το μυαλό και το ενδιαφέρον της για τις παγκόσμιες υποθέσεις. Εκείνη όμως σύντομα αποφάσισε να επιστρέψει στην Αυστρία για να παντρευτεί τον κόμη Arthur von Suttner και να γίνει βαρόνη. Παρ 'όλα αυτά, ο Alfred Nobel και η Bertha von Suttner παρέμειναν φίλοι και συνέχισαν να ανταλλάσσουν επιστολές για δεκαετίες. Με τα χρόνια η Bertha von Suttner έγινε όλο και πιο επικριτική στον αγώνα κατά των όπλων. Έγραψε ένα διάσημο βιβλίο, Lay Down Your Arms και θεωρούνταν διακεκριμένη προσωπικότητα σε κινήματα ειρήνης. Μάλιστα, το 1905 της απονεμήθηκε Νόμπελ Ειρήνης.
Τι ώθησε τον Alfred Nobel να δημιουργήσει τα διάσημα βραβεία;
Ένα από τα πολλά γεγονότα που οδήγησαν τον Alfred Nobel να σκεφτεί τη ζωή του, την κληρονομιά του και πώς θα τον θυμούνται ήταν σίγουρα η σχέση του με την Bertha von Suttner, η οποία πιθανότατα να επηρέασε τον Alfred Nobel όταν έγραψε την τελική του διαθήκη που θα περιλάμβανε ένα βραβείο για άτομα ή οργανώσεις που θα προώθησαν την ειρήνη.
Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι ο Nobel πίστευε ότι ο δυναμίτης θα συνέβαλε στην επίτευξη ειρήνης στον κόσμο. Έγραψε κάποτε στην von Suttner: "Ίσως τα εργοστάσια μου θέσουν τέλος στον πόλεμο νωρίτερα από τα συνέδριά σας: την ημέρα που δύο στρατιωτικά σώματα μπορούν να εξαλείψουν ο ένας τον άλλον σε ένα δεύτερο, όλα τα πολιτισμένα έθνη σίγουρα θα κάνουν πίσω με τρόμο και θα διαλύσουν τα στρατεύματά τους".
Ο λόγος που ώθησε τον Alfred Nobel να δημιουργήσει τα διάσημα βραβεία όμως μπορεί τελικά να ήταν ένα δημοσιογραφικό λάθος.
Ο Alfred Nobel ανακάλυψε τι σκέφτονται οι άλλοι για αυτόν, όταν πέθανε ο αδελφός του Ludvig το 1888. Εξαιτίας κάποιου δημοσιογραφικού λάθους, ήταν ευρέως τυπωμένη αντ 'αυτού η νεκρολογία του Alfred, και παρουσιαζόταν ως ο άνθρωπος που έβγαλε εκατομμύρια μέσα από τους θανάτους των άλλων. Η γαλλική εφημερίδα έγραψε Le marchand de la mort est mort" που σημαίνει "ο έμπορος του θανάτου είναι νεκρός". Η νεκρολογία συνέχισε να περιγράφει τον Nobel ως άνθρωπο "που έγινε πλούσιος βρίσκοντας τρόπους να σκοτώσει περισσότερους ανθρώπους πιο γρήγορα από ποτέ". Ο Nobel φέρεται να έμεινε εμβρόντητος από αυτό που διάβαζε και αποφάσισε να κάνει κάτι για να βελτιώσει την υστεροφημία του.
Η διαθήκη & τα Βραβεία Nobel
Ο Alfred Nobel ήταν μόλις 63 ετών όταν πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία σε μια βίλα στο San Remo της Ιταλίας το 1896.
Η διαθήκη του ονόμαζε μια σειρά ιδρυμάτων ως υπεύθυνα για την απονομή των βραβείων στο όνομά του. Η Σουηδική Βασιλική Ακαδημία των Επιστημών θα αναλάβει τα βραβεία φυσικής και χημείας, το Ινστιτούτο Καρολίνσκα θα απονείμει το βραβείο ιατρικής, η Σουηδική Ακαδημία θα απονείμει το βραβείο λογοτεχνίας και το βραβείο ειρήνης θα αποφασίζεται από το νορβηγικό κοινοβούλιο (Norwegian Storting).
Η απόφαση του Νόμπελ ότι η Νορβηγία, όχι η Σουηδία, θα απονέμει το Βραβείο Ειρήνης ήταν προσβλητική για τους Σουηδούς, ειδικά για τη βασιλική οικογένεια, και εξετάστηκε η απόρριψη της διαθήκης. Η Νορβηγία επιδίωκε την ανεξαρτησία της από τη Σουηδία και υπήρχε αντιπαλότητα στις σχέσεις τους. Αυτό, και άλλοι παράγοντες, προκάλεσαν αντιπαραθέσεις στο σχέδιο του Nobel. Ο βασιλιάς Όσκαρ Β' της Σουηδίας θεωρούσε τα βραβεία μια μεγάλη σπατάλη καθώς μεγάλα χρηματικά ποσά θα εγκατέλειπαν κάθε χρόνο τη χώρα του.
Οι περισσότερο δυσαρεστημένοι βέβαια ήταν οι συγγενείς του Alfred Nobel. Όταν διαβάστηκε η διαθήκη του, προς δυσάρεστη έκπληξη τους, ανακάλυψαν ότι τους είχε αφήσει μόνο ένα πολύ μικρό μερίδιο. Η μερίδα του λέοντος πήγαινε στο νέο του ίδρυμα. Όχι βέβαια ότι είχαν οικονομικές δυσκολίες καθώς μεταξύ άλλων, κατείχαν κερδοφόρες πετρελαιοπηγές στον Καύκασο. Δεδομένου όμως ότι οι επιχειρήσεις του Alfred συνδέονταν στενά με εκείνες των συγγενών του, μπορούσαν νομίμως να ισχυριστούν ότι η διαθήκη του αποθανόντος τους έθετε σε κίνδυνο. Αυτές οι αντιρρήσεις και οι πιέσεις θα μπορούσαν εύκολα να ανατρέψουν την πολύπλοκη διαθήκη.
Στο τέλος, το όραμα του Nobel πραγματοποιήθηκε. Ο Alfred Nobel μπορεί να προσέφερε τα χρήματα, αλλά ήταν ο νεαρός μηχανικός Ragnar Sohlman που έκανε τα βραβεία Nobel πραγματικότητα. Μαζί με τον συνάδελφό του, τον Rudolf Lilljequist ήταν οι συνεκτελεστές της διαθήκης. Ο Sohlman εξασφάλισε τα περιουσιακά στοιχεία του Nobel και φρόντισε να χρησιμοποιηθούν για την δημιουργία και το συντονισμό του Ιδρύματος Nobel.
Το 1901, μετά από πέντε χρόνια προγραμματισμού, απονεμήθηκαν τα πρώτα βραβεία Nobel. Έκτοτε, ο αντίκτυπος των βραβείων ήταν κολοσσιαίος.
Χωρίς φυσικά να λείπουν και οι προστριβές. Το Nobel Ειρήνης συχνά προκαλούσε ιδιαίτερες διαμάχες.
Σύμφωνα με τη διαθήκη πρέπει να απονέμεται στο «άτομο που θα έχει κάνει το μεγαλύτερο ή το καλύτερο έργο για την αδελφοποίηση μεταξύ των εθνών, την κατάργηση ή τη μείωση των στρατών και για τη διεξαγωγή και προώθηση ειρηνευτικών συνεδρίων». Σε μια αρχική εκδοχή της διαθήκης του, ο Nobel περιόριζε την απονομή του Βραβείου Ειρήνης στην περίοδο των 30 ετών. Πίστευε ότι αν δεν επιτευχθεί αρμονία μεταξύ των εθνών σε αυτό το χρονικό πλαίσιο, ο κόσμος δεν θα μπορούσε να σωθεί από τις συνεχείς παράλογες, βίαιες και καταστρεπτικές σχέσεις. Η πρόβλεψή του ήταν προφητική.