Τι δείχνει
Η καταλυτική συγκέντρωση της CK στον ορό (εκφραζόμενη συνήθως σε U/l στους 37°C) είναι δείκτης μυϊκής βλάβης και, για την ακρίβεια, καταστροφής μυϊκών ινών. Πιστεύεται ότι, όταν καταστρέφονται μυϊκές ίνες, το περιεχόμενό τους διαρρέει στο αίμα, με αποτέλεσμα να ανεβαίνει η συγκέντρωση ενός από τα πιο άφθονα συστατικά τους, της CK. Έτσι η CK είναι δείκτης του εμφράγματος του μυοκαρδίου και της μυϊκής καταπόνησης μετά από άσκηση, ιδιαίτερα έκκεντρη άσκηση.
Από τι επηρεάζεται
Η CK του ορού ανεβαίνει αργά μετά από άσκηση και παραμένει αυξημένη για αρκετές ημέρες. Η αύξηση είναι τόσο μεγαλύτερη όσο μεγαλύτερη είναι η μυϊκή καταπόνηση και όσο λιγότερο εξοικειωμένος με τη συγκεκριμένη άσκηση είναι ο ασκούμενος. Επανάληψη της ίδιας άσκησης, ακόμη κι εβδομάδες μετά την αρχική, προκαλεί μικρότερη αύξηση της CK. Λόγω της τακτικής προπόνησης, οι αθλητές έχουν υψηλότερες τιμές από τους μη αθλητές, τιμές μάλιστα που υπερβαίνουν συνήθως το πάνω όριο αναφοράς (δηλαδή την ανώτερη φυσιολογική τιμή) του γενικού πληθυσμού. Η CK επανέρχεται σε τιμή ηρεμίας μετά από ανάπαυση λίγων ημερών.
Χρησιμότητα μέτρησης στους αθλητές
Η μέτρηση της CK χρησιμεύει στην εκτίμηση της προπονητικής επιβάρυνσης και στην αποφυγή πιθανών υπερβολών της ή άλλων προβλημάτων (όπως είναι η αφυδάτωση και οι ανεπιθύμητες ενέργειες φαρμάκων που ανεβάζουν τη CK).