Πρόκειται για το Candidatus Sukunaarchaeum mirabile, ένα αρχαίο με ένα πρωτοφανές μικρό γονιδίωμα, μόλις 238 kbp, μικρότερο και από το μισό μέγεθος του μικρότερου μέχρι σήμερα γνωστού αρχαίου.
Το γονιδίωμά του, με μόλις 189 γονίδια που κωδικοποιούν πρωτεΐνες, στερείτε σχεδόν όλες τις γνωστές μεταβολικές οδούς και εξυπηρετεί κυρίως την αναπαραγωγή του. Το γεγονός αυτό κάνει τους ερευνητές να αναρωτιούνται πόσο τελικά μοιάζει με ιό και αν θα μπορούσε να είναι ακόμα και ένα ζωντανό απολίθωμα, ένα εξελικτικό σκαλοπάτι ανάπτυξης ενός ιού. Καθώς με βάση τη Θεωρία της μείωσης (Reduction hypothesis) οι ιοί ενδέχεται να εξελίχθηκαν από πιο σύνθετους, κυτταρικούς οργανισμούς που σταδιακά έχασαν τα περισσότερα γονίδιά τους, κρατώντας μόνο όσα χρειάζονταν για αναπαραγωγή μέσα σε άλλους οργανισμούς.
Πώς ανακαλύφθηκε το Sukunaarchaeum
Ανακαλύφθηκε κατά τύχη. Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Tsukuba στην Ιαπωνία, θέλησαν να αλληλουχίσουν το DNA μέσα στα κύτταρα του Citharistes regius, ένα δινομαστιγωτό (μονοκύτταρο φύκος) που ζει στους ωκεανούς σε όλο τον κόσμο και είναι γνωστό ότι φιλοξενεί συμβιωτικά κυανοβακτήρια.
Ωστόσο, μαζί με το αναμενόμενο DNA του δινομαστιγωτού και των κυανοβακτηρίων, καθώς και τα γονιδιώματα άλλων πιθανών βακτηριακών παρασίτων, εντόπισαν έναν παράξενο κυκλικό DNA μήκους μόλις 238.000 ζευγών βάσεων.
Στην αρχή πίστεψαν ότι πρόκειται για ένα τεχνητό εύρημα της πειραματικής διαδικασίας. Όμως, όταν χρησιμοποίησαν διάφορες μεθόδους αλληλούχισης και συναρμολόγησης του γονιδιώματος αυτού, το ίδιο αυτό κυκλικό DNA συνέχιζε να εμφανίζεται. Η ομάδα αναγκάστηκε τελικά να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για κάποια άλλη οντότητα, που φαινόταν να είναι ενα αρχαίο.
Το όνομά του, Sukunaarchaeum, αν και είναι ακόμη ανεπίσημο, είναι εμπνευσμένο από την Ιαπωνική μυθολογία, τον Sukuna-biko-na, μία θεότητα με μικρό ανάστημα.
Το Sukunaarchaeum στερείται σχεδόν όλων των αναγνωρίσιμων μεταβολικών οδών. Πιθανότατα δεν μπορεί να συνθέσει από μόνο του βασικά βιομόρια, όπως αμινοξέα, τα δομικά συστατικά των πρωτεϊνών, ή νουκλεοτίδια, τα δομικά συστατικά του DNA. Κατά συνέπεια, φαίνεται να διατηρεί παρασιτική σχέση με τον ξενιστή του, το Citharistes regius.
Το Sukunaarchaeum αν και φαίνεται να χρησιμοποιεί παρόμοια στρατηγική αναπαρωγής και επιβίωσης με έναν ιό, διαφέρει από τους ιούς σε ένα σημαντικό σημείο: μπορεί να αναπαράγει το δικό του γενετικό υλικό. Συνήθως, οι ιοί αναγκάζονται να «καταλάβουν» τα κύτταρα των ξενιστών τους προκειμένου να παραγάγουν αντίγραφά τους.
Το Sukunaarchaeum δεν είναι μοναδικό. Μελετώντας και άλλες γονιδιακές ακολουθίες DNA από όλο τον κόσμο απομονωμένες από θαλάσσια οικοσυστήματα, βρήκαν και άλλες παρόμοιες. Αυτό σημαίνει ότι βρήκαν το πλήρες γονιδίωμα μιας ολόκληρης γενεολογίας αρχαίων.
Η ανακάλυψη του Sukunaarchaeum επεκτείνει τα συμβατικά όρια της κυτταρικής ζωής και αναδεικνύει τον τεράστιο, ανεξερεύνητο βιολογικό πλούτο που κρύβεται στις μικροβιακές αλληλεπιδράσεις των συμβιωτικών μικροοργανισμών και αναδιαμορφώνει την κατανόησή μας για την εξέλιξη της κυτταρικής ζωής.
