Οι επιστήμονες ανακάλυψαν πώς να απενεργοποιούν τον πόνο επιτρέποντας παράλληλα στο σώμα να επουλωθεί φυσικά. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να μας οδηγήσει σε νέα πιο επιλεκτικά παυσίπονα με λιγότερες παρενέργειες.

Τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (ΜΣΑΦ), όπως η ιβουπροφαίνη, η νιμεσουλίδη, η ασπιρίνη, είναι από τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα φάρμακα παγκοσμίως. Δρουν αναστέλλοντας τα ένζυμα COX-1 και/ή COX-2, με αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής προσταγλανδινών - τα ένζυμα COX μετατρέπουν το αραχιδονικό οξύ σε προσταγλανδίνες, θρομβοξάνες και προστακυκλίνες. Οι προσταγλανδίνες είναι ουσίες που εμπλέκονται στη φλεγμονή, τον πόνο, τον πυρετό, αλλά και σε φυσιολογικές λειτουργίες, όπως η προστασία του γαστρικού βλεννογόνου και η ρύθμιση της νεφρικής ροής αίματος.

Η μακροχρόνια χρήση των περισσότερων ΜΣΑΦ εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους, όπως βλάβες στο στομάχι, αυξημένη αιμορραγία και προβλήματα στην καρδιά, τα νεφρά και το ήπαρ.

Η φλεγμονή και ο πόνος θεωρούνται αλληλένδετα. Αν και η καταπολέμηση της φλεγμονής είναι αυτό που μειώνει τον πόνο, η φλεγμονή, είναι η αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος σε τραυματισμό ή λοίμωξη μπορεί να είναι προστατευτική καθώς προάγει την επούλωση. Επομένως, η δυνατότητα να μπλοκάρουμε τον πόνο επιτρέποντας παράλληλα τη διεργασία της φλεγμονής θα μας έδινε μια νέα κατηγορία παυσίπονων με πιο αποτελεσματική στόχευση αποκλειστικά στον πόνο.

Σε μια νέα έρευνα του Κέντρου Έρευνας για τον Πόνο του Πανεπιστημίου NYU, οι επιστήμονες εντόπισαν ποιος υποδοχέας στις προσταγλανδίνες προκαλεί πόνο αλλά δεν σχετίζεται με τη διεργσία της φλεγμονής. Αυτός ο υποδοχέας μπορεί να λειτουργήσει σαν ένας "διακόπτης πόνου". 

Στη μελέτη τους, οι ερευνητές επικεντρώθηκαν στην προσταγλανδίνη Ε2 (PGE2), η οποία θεωρείται βασικός μεσολαβητής του πόνου λόγω φλεγμονής, στα κύτταρα Schwann. Τα κύτταρα Schwann εντοπίζονται στο περιφερικό νευρικό σύστημα, εκτός του εγκεφάλου, και παίζουν σημαντικό ρόλο στις ημικρανίες και σε άλλες μορφές πόνου.

Η προσταγλανδίνη Ε2 έχει 4 διαφορετικούς υποδοχείς. Σε προηγούμενες μελέτες οι ερευνητές απέδειξαν ότι ο υποδοχέας EP4 είναι ο κύριος υπεύθυνος για την πρόκληση φλεγμονώδους πόνου. Ωστόσο, στη νέα τους μελέτη ανακάλυψαν ότι ένας διαφορετικός υποδοχέας — ο EP2 — ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τον πόνο. Η τοπική χορήγηση φαρμάκων σε ποντίκια που «σιωπούσαν» μόνο τον υποδοχέα EP2 στα κύτταρα Schwann εξάλειψε το αίσθημα του πόνου χωρίς να επηρεάζει τη φλεγμονή. Η επιλεκτική σίγαση του υποδοχέα EP2 έγινε μέσω αδενο-συσχετιζόμενων ιικών φορέων καταργεί το ευαίσθητο στην ινδομεθακίνη τμήμα των αντιδράσεων πόνου που προκαλούναι από φλεγμονώδη ερεθίσματα.

Σε άλλα πειράματα, αντιστρόφως, η ενεργοποίηση του υποδοχέα EP2 διατηρούσε το αίσθημα του πόνου μέσω ενός μονοπατιού ανεξάρτητου από τις φλεγμονώδεις αντιδράσεις, επιβεβαιώνοντας τον ρόλο του EP2 στον πόνο αλλά όχι στη φλεγμονή. Ενεργοποίηση του EP2 και  οπτογενετική διέγερση της αδενυλικής κυκλάσης προκαλεί ένα σηματοδοτικό μονοπάτι κυκλικής μονοφωσφορικής αδενοσίνης (cAMP) που είναι διαμερισματοποιημένο στην πλασματική μεμβράνη και, μέσω της συνδεδεμένης με πρωτεϊνικής κινάσης Α (PKA), διατηρεί τον πόνο της φλεγμονής αλλα δεν καθυστερεί την διεργασία της φλεγμονής.

Οι ερευνητές συνεχίζουν τις προκλινικές μελέτες για να διερευνήσουν πώς φάρμακα που αναστέλουν τον υποδοχέα EP2 θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη θεραπεία πόνου σε καταστάσεις όπως η αρθρίτιδα, που συνήθως αντιμετωπίζεται με ΜΣΑΦ.

Οι επιλεκτικοί ανταγωνιστές του υποδοχέα EP2 θα μπορούσαν να είναι μια νέα πολλά υποσχόμενη κατηγορία αναλγητικών, χρειάζεται όμως ενδελεχή έρευνα για τις παρενέργειες του.